Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2008

Η Εφαρμογή της αγάπης

Συγγραφέας: Erich Fromm
Βιβλίο: Η Τέχνη της Αγάπης
Κεφάλαιο: Η Εφαρμογή της αγάπης

(Απόσπασμα)

Λιγότερο υπερβολικές – ή iσως μόνο λιγότερο φανερές - αυτές οι παραμορφώσεις της πραγματικότητας παρουσιάζονται στις διαπροσωπικές σχέσεις. Πόσοι γονείς δεν αντιλαμβάνονται τις αντιδράσεις του παιδιού τους με μέτρο την υπακοή του, την ευχαρίστηση που τους προκαλεί, την πίστωση που αντιπροσωπεύει γι' αυτούς κλπ. αντί να διερευνούν ή έστω να ενδιαφέρονται προσωπικά για το τι νιώθει το παιδί μέσα στον εαυτό του και για τον εαυτό του; Πόσοι σύζυγοι δεν έχουν μια εικόνα της γυναίκας τους σαν εξουσιαστικής επειδή η δική τους προσκόλληση στη μητέρα τους τους κάνει να ερμηνεύουν κάθε απαίτηση σαν περιορισμό της ελευθερίας τους; Πόσες σύζυγοι δεν πιστεύουν για τον άντρα τους ότι είναι άχρηστος και βλάκας, γιατί εκείνος δεν ανταποκρίνεται στη φανταστική εικόνα ενός λαμπρού ιππότη που αυτές είχαν φτιάξει στα παιδικά τους χρόνια;

Η ίδια έλλειψη αντικειμενικότητας παρατηρείται και στις σχέσεις ανάμεσα στα έθνη. Θεωρούμε ότι το έθνος μας αντιπροσωπεύει ότι καλό και ευγενικό, και το ξένο μπορεί σε μια μέρα μέσα ν' αποδειχτεί ότι είναι εχθρικό και διεφθαρμένο. Μ' ένα μέτρο κρίνουμε τις δικές μας ενέργειες, με άλλο τις ενέργειες του ξένου έθνους. Ακόμα κι οι καλές πράξεις του εχθρού κρίνονται σαν δείγμα ιδιαίτερης διαβολικότητας που έχουν σκοπό να εξαπατήσουν κι εμάς και τον κόσμο, ενώ οι δικές μας κακές πράξεις είναι αναγκαίες και δικαιώνονται από τους ευγενικούς σκοπούς που υπηρετούν. Το συμπέρασμα είναι ότι τόσο στις σχέσεις ανάμεσα στα έθνη όσο και ανάμεσα στα άτομα η αντικειμενικότητα είναι η εξαίρεση και κανόνας είναι η ναρκισσιστική παραμόρφωση της πραγματικότητας.

Η ιδιότητα, το όργανο της αντικειμενικής σκέψης είναι η λογική. Η ψυχική στάση που παρακολουθεί τη λογική είναι η ταπεινοφροσύνη. Το να είσαι αντικειμενικός, να χρησιμοποιείς τη λογική σου, είναι δυνατό μόνο αν έχεις φτάσει σε μια στάση ταπεινοφροσύνης, αν έχεις απελευθερωθεί από τα όνειρα της παντογνωσίας και παντοδυναμίας που έχεις όταν είσαι παιδί.

Στο δικό μας θέμα, αυτό σημαίνει: η αγάπη εξαρτιέται από τη σχετική έλλειψη ναρκισσισμού και απαιτεί την ανάπτυξη της ταπεινοφροσύνης, της αντικειμενικότητας και του λογικού. Όλη μας η ζωή πρέπει ν' αφιερωθεί σ' αυτό το σκοπό. Ταπεινοφροσύνη και αντικειμενικότητα είναι αξεχώριστα, ακριβώς όπως και η αγάπη. Δε μπορώ να είμαι αληθινά αντικειμενικός προς την οικογένεια μου, αν δε μπορώ να είμαι αντικειμενικός προς τον ξένο, και αντίστροφα. Αν θέλω να μάθω την τέχνη της αγάπης, πρέπει να επιδιώξω την αντικειμενικότητα σε κάθε κατάσταση και να γίνω ευαίσθητος στις καταστάσεις που δεν είμαι αντικειμενικός. Πρέπει να προσπαθήσω να δω τη διαφορά ανάμεσα στην εικόνα που έχω για ένα πρόσωπο και τη συμπεριφορά του, καθώς είναι ναρκισσιστικά αλλοιωμένη, και στην πραγματικότητα τού προσώπου, όπως αυτή υπάρχει ανεξάρτητα από τα δικά μου συμφέροντα, ανάγκες και φόβους. Το να κατακτήσεις την ικανότητα για αντικειμενικότητα και λογική, είναι ο μισός δρόμος για να κατακτήσεις την τέχνη της αγάπης, αλλά πρέπει να κατακτηθεί αυτή η αντικειμενικότητα σε σχέση με όλους εκείνους με τους όποιους έρχεσαι σ' επαφή. Αν θελήσεις να κρατήσεις την αντικειμενικότητα σου μόνο για το αγαπημένο πρόσωπο και νομίζεις ότι δεν σου χρειάζεται αυτή στις σχέσεις σου με τον υπόλοιπο κόσμο, σύντομα θ' ανακαλύψεις ότι αποτυχαίνεις και στο ένα και στο άλλο πεδίο.

Η ικανότητα ν' αγαπάς εξαρτιέται από την ικανότητα σου ν' απελευθερωθείς από το ναρκισσισμό και από την αιμομικτική προσκόλληση στη μητέρα και στη φυλή. Εξαρτιέται από την ικανότητα μας να ωριμάσουμε, να διαμορφώσουμε ένα δημιουργικό προσανατολισμό στις σχέσεις μας με τον κόσμο και με τον εαυτό μας. Αυτή η διαδικασία της απελευθέρωσης, της αναγέννησης, του ξυπνήματος απαιτεί μια ιδιότητα σαν απαραίτητη προϋπόθεση: την πίστη. Η άσκηση της τέχνης της αγάπης απαιτεί την άσκηση
της πίστης.

Τι είναι πίστη; Είναι άραγε αναγκαστικά θέμα πίστης στο θεό ή σε θρησκευτικά δόγματα; Είναι αναγκαστικά αντίθετη και ασυμβίβαστη με τη λογική και την ορθολογική σκέψη; Όμως για ν' αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε το πρόβλημα της πίστης, πρέπει να ξεχωρίσουμε την ορθολογική από την υπέρλογη πίστη. Με την υπέρλογη πίστη εννοώ την πίστη (σ' ένα πρόσωπο ή μια ιδέα) που βασίζεται στην υποταγή σε μια υπέρλογη εξουσία. Αντίθετα, ορθολογική πίστη είναι η πεποίθηση που βασίζεται στην εμπειρία της σκέψης και των αισθημάτων μας. Δεν είναι πρωταρχικά πίστη σε κάτι αλλά η ιδιότητα της βεβαιότητας και σταθερότητας που έχουν οι πεποιθήσεις μας. Πίστη είναι ένα γνώρισμα του χαρακτήρα που διαποτίζει όλη την προσωπικότητα μας κι όχι μια ειδική πίστη.

Η ορθολογική πίστη ριζώνει στη δημιουργική πνευματική και συναισθηματική δραστηριότητα. Στην ορθολογική σκέψη, όπου υποτίθεται ότι η πίστη δεν έχει καμιά θέση, η ορθολογική πίστη είναι ένα σημαντικό στοιχείο. Πώς φτάνει ο επιστήμονας π.χ. σε μια νέα ανακάλυψη; Ξεκινά μήπως κάνοντας συνέχεια πειράματα, συγκεντρώνοντας γεγονότα χωρίς να έχει μια εικόνα, ένα όραμα του τι προσδοκά να βρει; Πολύ σπάνιο να έγινε οποιαδήποτε σπουδαία ανακάλυψη μ' αυτό τον τρόπο. Ούτε ποτέ οι άνθρωποι έφτασαν σε σημαντικά συμπεράσματα ενώ κυνηγούσαν απλώς μια φαντασία. Η διαδικασία της δημιουργικής σκέψης σε κάθε πεδίο της ανθρώπινης προσπάθειας συχνά ξεκινά μ' αυτό που θα ονομάζαμε «λογικό όραμα» που αποτελεί καθεαυτό προϊόν σημαντικής προηγούμενης μελέτης, βαθιάς σκέψης και παρατήρησης. Όταν ο επιστήμονας κατορθώσει να μαζέψει αρκετά δεδομένα, ή να επεξεργαστεί ένα μαθηματικό τύπο ώστε να κάνει το αρχικό του δράμα αρκετά πιθανό, μπορούμε να πούμε ότι έφτασε σε μια δοκιμαστική υπόθεση. Μια προσεχτική ανάλυση της υπόθεσης αυτής με το σκοπό να διακρίνει τα επακόλουθα της, και η συσσώρευση των δεδομένων που την υποστηρίζουν, οδηγούν σε μια πιο δυνατή υπόθεση και τελικά ίσως στην ένταξη της σε μια πλατύτερης κλίμακας θεωρία.

Σκέψη και κρίση δεν είναι τα μόνα πεδία εμπειρίας όπου εκδηλώνεται η λογική πίστη. Στη σφαίρα των ανθρωπίνων σχέσεων, η πίστη είναι μια απαραίτητη ιδιότητα κάθε σοβαρής αγάπης ή φιλίας. Το να έχεις πίστη σ' ένα άλλο πρόσωπο, σημαίνει να είσαι βέβαιος για το αξιόπιστο και τη σταθερότητα των θεμελιωδών αρχών του, του πυρήνα της προσωπικότητας του, της αγάπης του. Μ' αυτό δεν εννοώ ότι ένα πρόσωπο δε μπορεί ν' αλλάξει γνώμη για οποιοδήποτε ζήτημα, αλλά ότι οι βασικές του κατευθύνσεις παραμένουν ίδιες, ότι π.χ. ο σεβασμός του για την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια είναι μέρος του εαυτού του, χωρίς να υπόκειται σε αλλαγή.

Μ' αυτή την έννοια έχουμε πίστη στον εαυτό μας. Έχουμε συνείδηση της ύπαρξης ενός εγώ, ενός πυρήνα στην προσωπικότητα μας που είναι αμετάβλητος και επιζεί σ' όλη μας τη ζωή σε πείσμα των ποικίλων περιστάσεων και άσχετα με ορισμένες αλλαγές στις γνώμες και τα αισθήματα. Είναι αυτός ο πυρήνας που αποτελεί την πραγματικότητα πίσω από τη λέξη «εγώ», και στον όποιο βασίζεται η πεποίθηση για την ταυτότητα μας.

Αν δεν έχουμε πίστη στη σταθερή παρουσία του εαυτού μας, το αίσθημα της ταυτότητας μας απειλείται και εξαρτιζόμαστε από τους άλλους, που η επιδοκιμασία τους γίνεται τότε η βάση για το αίσθημα της ταυτότητας. Μόνο αυτός που πιστεύει στον εαυτό του μπορεί να είναι πιστός στους άλλους, γιατί μόνο αυτός μπορεί να είναι βέβαιος ότι θα είναι ίδιος και στο μέλλον όπως και σήμερα, και συνεπώς ότι θα νιώθει και θα ενεργεί όπως σήμερα. Πίστη στον εαυτό μας είναι η προϋπόθεση για την ικανότητα μας να δίνουμε υποσχέσεις, και εφόσον, όπως είπε ο Νίτσε, ο άνθρωπος καθορίζεται από αυτή την ικανότητα, η πίστη είναι μια από τις προϋποθέσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Εκείνο που ενδιαφέρει σε σχέση με την αγάπη είναι η πίστη στη δική μας αγάπη, στην ικανότητα της να προκαλεί αγάπη στους άλλους, και στην αξιοπιστία της.

Μια άλλη έννοια της πίστης σ' ένα πρόσωπο αναφέρεται στην πίστη που έχουμε στις δυνατότητες των άλλων. Η πιο θεμελιώδης μορφή της είναι η πίστη της μάνας στο νεογέννητο παιδί της: ότι θα ζήσει, θα μεγαλώσει, θα περπατήσει, θα μιλήσει. Ωστόσο, αυτή η εξέλιξη γίνεται με τόση κανονικότητα ώστε η προσδοκία της να μη χρειάζεται πίστη. Αλλιώς είναι τα πράγματα με κείνες τις δυνατότητες που μπορούν ν' αποτύχουν. Η ικανότητα του παιδιού ν' αγαπήσει, να ευτυχίσει, να χρησιμοποιήσει το λογικό του, και ειδικότερα, τα καλλιτεχνικά χαρίσματα του κ.ά. Αυτά είναι σπόροι που βλασταίνουν και ωριμάζουν αν δοθούν οι κατάλληλες συνθήκες και προϋποθέσεις, και καταπνίγονται αν αυτές λείψουν.

Ίσως η πιο σημαντική από αυτές τις προϋποθέσεις είναι να έχει πίστη σ' αυτές τις δυνατότητες το σπουδαιότερο πρόσωπο στη ζωή του παιδιού. Η παρουσία αυτής της πίστης αποτελεί τη διαφορά ανάμεσα στην εκπαίδευση και στη χειραγώγηση, τη μηχανική αγωγή. Η εκπαίδευση είναι ταυτόσημη με το να βοηθάς το παιδί ν' αντιληφθεί τις δυνατότητες του. Το αντίθετο είναι η μηχανική αγωγή, που βασίζεται στην απουσία πίστης για την ανάπτυξη των δυνατοτήτων και στην πεποίθηση ότι ένα παιδί θα γίνει σωστό μόνο αν οι ενήλικοι βάλουν μέσα του ότι είναι επιθυμητό και καταπιέσουν ότι φαίνεται να είναι ανεπιθύμητο. Δεν υπάρχει ανάγκη πίστης στο ρομπότ, αφού δεν υπάρχει ζωή μέσα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου